
Ο Παντελής Κατελάρης, ένα από τα οκτώ παιδιά του Θεόδουλου και της Μαρίας, γεννήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου του 1932 στο χωριό Επισκοπειό της Επαρχίας Λευκωσίας.
Ο Παντελής τελείωσε το σχολείο Επισκοπειού και εργαζόταν ως ξυλουργός στο τμήμα Δημοσίων Έργων. Ήταν αθλητής του ΓΣΠ στα 800μ. και στα 1500μ.
Έγινε μέλος της ΕΟΚΑ το Σεπτέμβριο του 1955 και σύντομα ανέλαβε την αρχηγία επταμελούς ομάδας στην περιοχή του, με την οποία ανέπτυξε μεγάλη δράση στη συγκέντρωση των κυνηγετικών και άλλων όπλων από τα χωριά της Ορεινής, στην κατασκευή ναρκών, χειροβομβίδων και άλλων εκρηκτικών μηχανισμών. Διακρίθηκε επίσης σε επιθέσεις εναντίον του εχθρού και απόσπαση όπλων από Άγγλους στρατιωτικούς. Παράλληλα ήταν μέλος ομάδας κρούσεως στη Λευκωσία, με την οποία πήρε μέρος σε βομβιστικές επιθέσεις και σε απόπειρες εκτελέσεων, μια από τις οποίες ήταν και εναντίον του Άγγλου δικαστή Σιω. Ήταν σύνδεσμος στον τομέα Ορεινής Λευκωσίας. Από το Μάρτιο του 1957 ανέλαβε και ως σύνδεσμος του υποτομεάρχη της περιοχής Ορεινής, Σταύρου Στυλιανίδη, με τον τομεάρχη του τομέα Ορεινής Λευκωσίας. Τα πολλαπλά του καθήκοντα τον υποχρέωσαν να σταματήσει από τη δουλειά του και να αφοσιωθεί αποκλειστικά στον Αγώνα.
Στις 27 Οκτωβρίου 1957 συνελήφθη μαζί με τη μητέρα του, Ειρήνη) και μερικά από τα αδέλφια του, ενώ προσπαθούσαν να αποκρύψουν χειροβομβίδες, τις οποίες είχαν κατασκευάσει με άλλα μέλη της ΕΟΚΑ στο χωριό του. Κατόρθωσε να δραπετεύσει και να καταφύγει στο αντάρτικο.
Στις 18 Ιανουαρίου 1958, ενώ κατασκεύαζε βόμβες στο εργαστήριο που δημιούργησε στο χωριό Άγιος Ιωάννης Μαλούντας σκοτώθηκε από έκρηξη βόμβας που ο ίδιος κατασκεύαζε. Συναγωνιστές του τον έθαψαν χωρίς να πουν σε κανέναν ότι ήταν νεκρός, ενώ οι Άγγλοι ακόμη τον καταζητούσαν. Μετά το τέλος του Αγώνα πληροφορήθηκαν οι δικοί του το θάνατο του αγαπημένου τους παιδιού.
Το 1965 έγινε η εκταφή των οστών του και η μεταφορά και ταφή τους στο χωριό του. Εκεί αναπαύεται ο Παντελής Κατελάρης. Σήμερα στο χωριό του, το Επισκοπειό, μια ποδοσφαιρική ομάδα φέρει το δικό του τιμημένο όνομα.